Grekiska Ord för "Känslor"
44 ordχαρούμενος
charoúmenos
χαρούμενος
charoúmenos
glad
1 / 44
- χαρούμενοςcharoúmenosglad
- λυπημένοςlypiménosledsen
- κουρασμένοςkourasménostrött
- θυμωμένοςthymoménosarg
- ντροπαλόςntropalósblyg
- δυστυχισμένοςdystychisménosolycklig
- συνεπαρμένοςsyneparménosupphetsad
- η αγάπηi agápikärlek
- ο φόβοςo fóvosrädsla
- ο θυμόςo thymósilska
- η ελπίδαi elpídahopp
- η εμπιστοσύνηi empistosýnitillit
- η μετάνοιαi met ánoiaånger
- το θάρροςto thárrosmod
- η συμπόνοιαi sympónoiasympati
- η ζήλιαi zíliasvartsjuka
- το πάθοςto páthospassion
- η περηφάνιαi perifániastolthet
- ο ενθουσιασμόςo enthousiasmósspänning
- η διάθεσηi diáthesihumör
- το συναίσθημαto synaísthimakänsla
- η απογοήτευσηi apogoítefsifrustration
- η αμφιβολίαi amfivolíatvivel
- η ταλαιπωρίαi talaiporíalidande
- ο θαυμασμόςo thavmasmósbeundran
- η λύπηi lýpisorgsenhet
- η υποψίαi ypopsíamisstanke
- η θλίψηi thlípsisorg
- η περιέργειαi periérgeianyfikenhet
- η σύγχυσηi sýnchysiförvirring
- η οργήi orgíraseri
- η ικανοποίησηi ikanopoíisibelåtenhet
- το έλεοςto éleosbarmhärtighet
- η χαράi charáglädje
- η ανησυχίαi anisychíabekymmer
- το μίσοςto mísoshat
- η ευγνωμοσύνηi evgnomosýnitacksamhet
- ο πανικόςo panikóspanik
- η έξαψηi éxapsispänning
- η οδύνηi odýniångest
- η περιφρόνησηi perifrónisiförakt
- η ευχαρίστησηi efcharístisiglädje
- μοναχικόςmonachikósensam
- η μοναξιάi monaxiáensamhet
Ladda ner appen Tobo
Lär dig grekiska ord genom spel