σύντροφος-companion

How to say "companion" in Greek?

Meaning of σύντροφος is companion in English.

Greek Translation
σύντροφος
sýntrofos
  • το κορίτσι
  • το αγόρι
  • το μωρό
  • η κοπέλα
  • ο σύντροφος (αγόρι)
  • ο έφηβος
  • ο άνδρας
  • η γυναίκα
  • ο συγκάτοικος
  • συνάδελφος

Download Tobo now!

Memorize most common Greek words. Learn by playing games. Use flashcards to master frequently used vocabulary.

Download Tobo iOS AppDownload Tobo Android App