το αποδεικτικό στοιχείο-la preuve

Comment dire "la preuve" en grec?

la preuve en grec: το αποδεικτικό στοιχείο. Quel est l'article défini de αποδεικτικό στοιχείο? Comment prononcer το αποδεικτικό στοιχείο en grec?

La traduction
το αποδεικτικό στοιχείο
to apodeiktikó stoicheío
  • το δικαστήριο
  • ο νόμος
  • το έγκλημα
  • ο φυλακισμένος
  • ο κλέφτης
  • το δακτυλικό αποτύπωμα
  • η αγωγή
  • ο εγκληματίας
  • η δίκη
  • ο αστυνομικός

Téléchargez Tobo maintenant!

Apprendre avec les jeux de mots.

Télécharger l'application Tobo pour iOSTélécharger l'application Tobo pour Android